-
1 φθίνω
1 die ὅτι ξένοι ἔφθινον ἄτερθεν τεκέων ἀλόχων τε μελίφρονι αὐδ[ᾷ θυ]μὸν ἀνακριμνάντες (supp. et corr. Lobel: ἐφ[, φ[. ]υνον papyri: v. κηληδών) Pae. 8.76 met.,οὐ φθίνει Κροίσου φιλόφρων ἀρετά P. 1.94
med., φθίτο μὲν γα[ Δ. 4. e. 8. esp. aor. med. part., dead,ἐπεὶ τοῦτον εἵλετ' αἰῶνα φθιμένου Πολυδεύκης Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν I. 4.10
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60
τηλέφαντον ὄρσαι γέρας φθιμένῳ Μελικέρτᾳ (v. l. ἐπιφθιμένῳ) fr. 5. 3. pro subs., “ κᾶδος ὡσείτε φθιμένου δνοφερὸν ἐν δώμασι θηκάμενοι” P. 4.112 frag., ] τικα μιν φθιμένων [ P. Oxy. 2622, fr. 1, 12 ad ?fr. 346.
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский